Εγκαταλελειμμένο από το 1970 και κηρυγμένο το 1978 “παραδοσιακό”, το Δεχούνι είναι σήμερα ένα από τα τελευταία δείγματα παραδοσιακού συνόλου της Αχαΐας. Η εγκατάλειψη και η απουσία φροντίδας και ‘ανάπτυξης’ οδηγούν στη σημερινή του εικόνα: ένα σύνολο σε ερειπιώδη κατάσταση, ικανό όμως να αποκαλύψει στοιχεία για την οργάνωση και την πρότερη ζωή του, καθώς και την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και οικοδομία της περιοχής. Η ανάγκη τεκμηρίωσης κρίνεται επιτακτική.
H παρούσα διπλωματική εργασία μελετά λεπτομερώς μια αυτοτελή ενότητα επτά οικιών και προτείνει την αναβίωση του οικισμού, έχοντας ως βασικό άξονα την αρχή της ‘ολοκληρωμένης διατήρησης’. Η ίδια η θέση του και ο αναλλοίωτος χαρακτήρας του, που το καθιστούν ήδη σημαντικό πόλο έλξης της περιοχής, μπορεί να οδηγήσει στην προσεχτική εκμετάλλευση και μετατροπή τμήματός του σε ξενώνα- καταφύγιο.
Η λύση ξεκινά σε επίπεδο ρυθμιστικού σχεδίου για να καθορίσει σταδιακά το σύστημα των κινήσεων και των χρήσεων. Βασική ανάγκη η σύνδεση των αποκομμένων τμημάτων (Α) και (Β) και ένας χώρος ικανός να καλύψει τις ανάγκες του χωριού αλλά και των γειτονικών, ενισχύοντας τον υπερτοπικό του χαρακτήρα και αποτελώντας βασική πηγή εσόδων. Κεντρική ιδέα η δημιουργία μιας πορείας εισόδου στον οικισμό που περιγράφεται ως εξής: Ο επισκέπτης σταματά με το αυτοκίνητό του στο σημερινό γεφυράκι και συνεχίζει πεζός ώσπου να συναντήσει το νέο κτήριο, που εμφανίζεται σαν συνέχεια του εδάφους ενώ ταυτόχρονα είναι η αρχή της σύνδεσης με τον παλαιό οικισμό (Β). Καθώς το διασχίζει, το κεντρικό τμήμα (Α) του αποκαλύπτεται στο απέναντι βουνό. Μπορεί να ξαποστάσει ή να συνεχίσει. Τότε αντικρίζει τη νέα γέφυρα- τη χαμένη ανάμεσα στα δέντρα- που τον περνά στην γειτονιά των 7 σπιτιών.
Τα παλιά κελύφη επαναχρησιμοποιούνται με την τοποθέτηση ενός νέου πρίσματος, από γυαλί και μέταλλο, στο εσωτερικό τους. Είναι η ίδια η κατάσταση των κατασκευών που οδηγούν σε μια κατά το δυνατόν αναστρέψιμη λύση. Άλλωστε οι παλαιότερες λιθοδομές, ως έχουν, αδυνατούν να φέρουν τα νέα φορτία.
Με τη χρήση σύγχρονου λεξιλογίου και με προσθήκες και επεμβάσεις που ξεχωρίζουν ως προς τη δομή, την οργάνωση, τα υλικά και τη σύνδεσή τους, επιχειρείται η αξιοποίηση των βασικών αρχών σχεδιασμού και οργάνωσης που έχουν εντοπιστεί. Η νέα σύνθεση στοχεύει να ενταχθεί ομαλά στο τοπίο χωρίς καμία πρόθεση επιβολής σε αυτό. Για αυτό άλλωστε η νέα κατασκευή κρατάει την απαραίτητη απόσταση από την ενότητα των επτά οικιών. Στέκει με απόλυτο σεβασμό στην ιστορία, επιχειρώντας να την αναδείξει μέσω της διαφοροποίησης με αυτή, ενώ ταυτόχρονα αποκλείει οποιαδήποτε σύγχυση περί αυθεντικότητας των κατασκευών και στο πιο απαίδευτο μάτι.