Ο χαρακτήρας του οικοπέδου 450 στρεμμάτων που επιλέχθηκε για τη διπλωματική εργασία αφορά στη σχέση αλληλεξάρτησης μεταξύ πόλης και τοπίου. Οι λόφοι των παλιών λατομείων των Τουρκοβουνίων, της πιο εκτεταμένης λοφοσειράς του λεκανοπεδίου της Αττικής, αποτελούν ένα αυστηρό όριο μεταξύ δυτικής και ανατολικής Αθήνας, μια έρημη νησίδα μέσα στο πυκνοδομημένο ιστό της. Σκοπός της εργασίας είναι η μετατροπή αυτής της έντονης αντίφασης, σε μια μεταβατική εμπειρία, από τη πόλη στο τοπίο, μια μετάβαση δηλαδή από τη κατοικία, στο δημόσιο πρόγραμμα, στο κήπο, και αντιστρόφως.
Η επέμβαση αποσκοπεί, αφενός στη τόνωση των γειτονικών περιοχών, με την εισαγωγή ενός τυπολογίου κατοικιών και των συγγενών σε αυτές δημοσίων προγραμμάτων, αφετέρου στον εμπλουτισμό του μητροπολιτικού λεξιλογίου της Αθήνας, με τη δημιουργία ενός δημόσιου χώρου εκτόνωσης για τους πολίτες, όπως και της απαραίτητης τεχνολογίας που καθιστά εφικτή τη λειτουργία του.
Η μελέτη επικεντρώθηκε στην ανάλυση του βραχώδους και αλλοιωμένου από τη λατομική δραστηριότητα τοπίου, που παρουσιάζει εξαιρετικά έντονες εδαφικές κλίσεις, όπως και στα όριά του με τη πόλη. Έτσι προέκυψαν 5 βασικές ποιότητες που οδήγησαν στην οργάνωση και το σχεδιασμό του χώρου. Αυτές είναι: οι βασικοί περιφερειακοί οδικοί άξονες, οι είσοδοι και το δίκτυο μονοπατιών, τα πλατό (plateau), δηλαδή οι κοιλότητες, οι εξάρσεις δηλαδή οι κορυφογραμμές, , και τέλος οι οπτικές και οι θέες προς τη πόλη.
Η διπλωματική μου εργασία ασχολείται με τη κάλυψη του κενού που προαναφέρθηκε και την εξάλειψη του ορίου που αποτελούν οι λόφοι για τη πόλη, και εισάγει μια σειρά από προγράμματα, δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα. Η εργασία κινείται σε 3 άξονες:
Ο πρώτος άξονας αφορά στην ένταξη διαφορετικών συστημάτων κυκλοφορίας με σκοπό την άμεση συνδεσιμότητα των ιδιωτικών με τους δημόσιους χώρους, αλλά και με την ίδια τη πόλη. Τοποθετούνται επίγειο και υπέργειο τελεφερίκ, κεκλιμένοι ανελκυστήρες και τούνελ αυτοκινήτων. Ο άξονας αυτός αφορά δηλαδή στην ένταξη όχι μόνο δρόμων και μονοπατιών, αλλά και στη τεχνολογία αυτή, που καθιστά το δύσβατο τοπίο των Τουκοβουνίων, προσβάσιμο και εξερευνήσιμο.
Ο δεύτερος άξονας αφορά στη δημιουργία ενός δομημένου περιβάλλοντος, που αποτελείται από δύο κατηγορίες: κτήρια κατοικιών, και κτήρια δημόσιου προγράμματος. Οι νέες κατοικίες τοποθετούνται σε τρεις 3 ζώνες στις παρυφές του οικοπέδου, με σκοπό τη σύνδεση της πόλης με το τοπίο. Η γεωμορφολογική πολυπλοκότητα του τελευταίου και το διαφορετικό αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο των περιοχών που το περιβάλλουν, προσφέρουν τη δυνατότητα για τη δημιουργία ενός πλούσιου τυπολογίου νέων κατοικιών. Στη συνέχεια, με τη περαιτέρω μετάβαση από τη πόλη στο τοπίο, δημιουργείται μια σειρά από προγράμματα δημόσιου χαρακτήρα τα οποία συσχετίζονται όχι μόνο με το τοπίο αλλά και με τις κατοικίες της κάθε ζώνης.
Ο τρίτος άξονας αφορά στη διαμόρφωση δύο 2 μεγάλων κήπων, ως δημόσιοι χώροι εκτόνωσης, με σκοπό την ανάδειξη και απόλαυση των ποιοτήτων του τοπίου. Ο κάθε κήπος εκμεταλλεύεται τα στοιχεία που συντάσσουν το τοπιακό λεξιλόγιο (οπτικές, κορυφογραμμές κτλ), δημιουργώντας ένα νέο, που περιλαμβάνει τυπολογίες μονοπατιών και πρασίνου, σημεία στάσης και στεγασμένους περιπάτους εφαρμόζοντας χειρονομίες διάτμησης, διαπλάτυνσης και επίχωσης στους λόφους.